Mak1s
29-12-2010, 17:14
Παρασκευή 24/12 παραμονές Χριστουγέννων.
Πρώτο ταξίδι έτυχε ναύλος για Αθήνα – Ηγουμενίτσα (470 χιλιόμετρα) με τελικό προορισμό την Κέρκυρα.
Είχαν προηγηθεί τρεις μονοήμερες εκδρομές των 400 και κάτι χιλιομέτρων με το G650GS, αλλά όπως και να το κάνουμε ήταν εκδρομές και όχι ταξίδια … (η διαφορά μπορεί και να υπάρχει μέσα στο μυαλό μου και μόνο)
Ήδη από το προηγούμενο βράδυ είχε λάβει χώρα μια ιεροτελεστία απλώνοντας τον εξοπλισμό μου στο τραπέζι του διαδρόμου. Μπουφάν, παντελόνι, γάντια, ισοθερμικά, αδιάβροχα, μπότες, κράνος, όλα μου τα καλούδια σε παράταξη λες και θα παρέλαυναν. Από κοντά η μπαγκαζιέρα και το tail bug μου γεμάτα με πράγματα επιμελώς ταχτοποιημένα μέσα τους.
Βάρβαρο ξύπνημα στις 04:30 προκειμένου να γλιτώσω όση κίνηση μπορούσα στην καρμανιόλα της «εθνικής» Αθηνών – Πατρών, και την βροχή που σύμφωνα με όλα τα διαδικτυακά δελτία καιρού θα με έπιανε μετά την Πρέβεζα κοντά στο μεσημεράκι (έπεσαν ΟΛΑ έξω!!!). Ένας καφές στα γρήγορα, αρμάτωμα της μικρούλας και της αφεντιάς μου και κατά τις 5:20…Πάμεεεεεεεεεεεεε!
Τα πρώτα χιλιόμετρα μέχρι την Κόρινθο, ειδικά μετά τον Ασπρόπυργο, σχεδόν μοναχικά και γι αυτό απολαυστικά. Δρόμο έπαιρνα δρόμο άφηνα και κάπου πριν την γέφυρα του Ρίο έπιασε να σπάει η νύχτα και το λυκαυγές προσέφερε εικόνες που δύσκολα περιγράφονται. Χαλαρή οδήγηση κοντά στα 100km/hr, στο πλάι η Θάλασσα και από πάνω ένας πανέμορφος συννεφιασμένος ουρανός.
Όλα είχαν ξεκινήσει και εξελίσσονταν ιδανικά. Δεν κρύωνα, δεν βρεχόμουν, δεν έσκαγα από την ζέστη, δεν είχα συναντήσει κίνηση και ανεγκέφαλους, και για άλλη μια φορά θαύμαζα την ευκολία με την οποία κατάπινε τα χιλιόμετρα το 650αράκι μου.
Περνώντας της γέφυρα, εκεί κάπου στην κορυφή της μια ριπή αέρα με τράνταξε σε βαθμό ανησυχίας. Πιστέψτε με πως μου ήρθαν στο μυαλό κάποιες οδηγίες που είχα διαβάσει σχετικά με το θέμα των πλευρικών ανέμων στο GSforum.
Μετά την γέφυρα συνέχυσα προς Μεσολόγγι - Αγρίνιο παρέα με όμορφα τοπία και τις στροφούλες του επαρχιακού δικτύου. Είναι απίστευτο το γεγονός πως τοπία που έχεις ήδη δει αμέτρητες φορές αποκτούν μια άλλη διάσταση και ομορφιά όταν τα ξαναντικρίζεις οδηγώντας μοτοσυκλέτα.
Έφτασε και η ώρα της Ιονιας οδού. Αυτό το μικρό κομμάτι των 50 περίπου χιλιομέτρων είναι η εθνική που όλοι μας θέλουμε να έχουμε (μαζί με την Εγνατία βεβαίως βεβαίως) . Το ολοκαίνουργιο οδόστρωμα σαν μοκέτα σου εξυψώνει το αίσθημα ασφάλειας . Μπήκα στον πειρασμό να ανοίξω λιγάκι την μικρούλα μου και το κοντέρ έδηξε τα 158 km/hr. Κάπου εκεί είπα στον εαυτό μου «Άντε καλά την άνοιξες, κόψε τώρα γιατί δεν έχεις το adventure και ο προορισμός σου είναι η Ηγουμενίτσα, όχι ο Άγιος Πέτρος».
Λίγο μετά την έξοδο από την Ιονία οδό περνοντας το φοβερό πολυλίμνιο με κατεύθυνση προς Αμφιλοχία είπα να σταματήσω σε ένα παρκινγκ για ένα τσιγάρο και ξέπιασμα. Το πρώτο μου ήταν πιο απαραίτητο από το δεύτερο μια και το 650αράκι έχει αντί για σέλα μια άνετη πολυθρονίτσα. Οι κραδασμοί που αναπόφευκτα έχει ως μονοκύλινδρο εμένα προσωπικά δεν με κούρασαν σε μεγάλο βαθμό. Στα μισά του τσιγάρου σταμάτησε δίπλα μου ένα αυτοκίνητο όπου από μέσα βγήκαν 2 άντρες και μια γυναίκα γύρω στα 50 και οι τρεις τους. Αφού βάλθηκαν να τσακίζουν κάτι φαγώσιμο με πλησιάζει ο ένας κοιτώντας μια εμένα και μια την μηχανή λέγοντας «Ελεύθερος έτσι;»
Για να είμαι ειλικρινής δεν στροφάρισα αμέσως και από το μυαλό μου πέρασε η οικογενειακή μου κατάσταση και όχι αυτό που πραγματικά εννοούσε ο τύπος. Έπιασα το νόημα πριν τον ρωτήσω κάτι άκυρο.
«Ναι, είναι πραγματικά πολύ όμορφο ταξίδι και η αίσθηση της ελευθερίας το κάτι άλλο».
Κουβεντιάσαμε λίγο ακόμα τα «που πας, που πάω», με κέρασαν σπανακόπιτα και συνέχισα το ταξίδι με ένα χαμόγελο που δεν έλεγε να σβήσει. Στον δρόμο αναρωτιόμουν αν ποτέ μου είχε ξανατύχει κάτι τέτοιο όταν ταξίδευα με άλλα μέσα. Να με πλησιάσει δηλαδή κάποιος άγνωστος και να μου πιάσει κουβέντα χωρίς να υπάρχει κάποια αφορμή. ΠΟΤΕ.
Περνώντας την Αμφιλοχία έστριψα αριστερά με κατεύθυνση προς Βόνιτσα σε ένα από τα πιο ωραία κομμάτια της διαδρομής. Επαρχιακός δρόμος με ανήφοροκατηφόρες και αμέτρητες λαχταριστές στροφούλες (και κακοτοπιές). Ο καιρός συνέχιζε να είναι ο καλύτερος συνεπιβάτης μου. Σύννεφα πολλών αποχρώσεων του γκρίζου ομορφαίνανε τον ουρανό και τα τοπία μπροστά μου, αναβάλλοντας την βροχή για άλλη ώρα, για άλλους ταξιδιώτες.
Πέρασα την υποθαλάσσια του Ακτίου και βγήκα στην Εθνική Πρεβέζης Ηγουμενίτσας. «Τα τελευταία μου 90 χιλιομετράκια» σκέφτηκα, όχι με ανακούφιση αλλά με λύπη μιας και το ταξίδι σε λιγότερο από ώρα θα τελείωνε.
Κατάπινα τα τελευταία χιλιόμετρα απολαμβάνοντας βουνά και πεδιάδες στα δεξιά μου και μια ανταριασμένη θάλασσα από τα αριστερά. Κάποια στιγμή σταμάτησα σε μια όμορφη τοποθεσία με πεύκα μιας και η μικρή μου εζήταγε φωτογραφίες. Ξεκινώντας μου καρφώθηκε μια σκέψη, κάτι σαν παράπονο. Όλα καλά ως τα τώρα, είχα ένα όμορφο και άνετο ταξίδι αλλά κάτι έλειπε. Μια σημαντική λεπτομέρεια. Πλησίαζα να ολοκληρώσω τα 470 χιλιόμετρα της διαδρομής και δεν συνάντησα ούτε έναν μοτοσικλετιστή. Εντάξει, πολλά από τα χιλιόμετρα έγιναν σε εθνική με διαχωριστικό αλλά ο επαρχιακός δρόμος κάλυπτε το μεγαλύτερο κομμάτι του ταξιδιού. Εκτός αυτού με την ταχύτητα ταξιδιού που διατηρούσα ήμουν προσπεράσιμος. Έτσι όπως το σκεπτόμουν ένας μοτοσυκλετιστικός χαιρετισμός θα ήταν το κερασάκι στην τούρτα. Και όπως (ίσως και αφελώς) έχει πει ο Coelho, αν πραγματικά επιθυμείς κάτι θα συνωμοτήσει το σύμπαν για να πραγματοποιηθεί. Όπερ και εγένετο. Πλησιάζοντας προς το σημείο που στρίβει αριστερά για Πάργα είδα να έρχεται από το αντίθετο ρεύμα μια Africa φορτωμένη τα διπλάσια μπαγκάζια από την δική μου. Αναβόσβησε τα φώτα του αυτός, σήκωσα το χέρι μου εγώ και με αυτό το συνωμοτικό «καλή συνέχεια φίλε» έφτασα στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας.
Την διαδρομη που περιεγραψα την έχω κάνει αμέτρητες φορές με ΚΤΕΛ και με ΙΧ είτε ως οδηγός είτε ως συνοδηγός. Σχεδόν πάντα με κούραζε και ΠΑΝΤΑ ανυπομονούσα να φτάσω στο λιμάνι. Πάντα ο στόχος ήταν ο προορισμός και όχι το ταξίδι. Εκείνη την μέρα όλα άλλαξαν. Φτάνοντας στο λιμάνι το μόνο που ήθελα ήταν να είχα μπροστά μου άλλα 150 χιλιόμετρα να ταξιδέψω. Σχεδόν με δυσκολία κρατήθηκα να μην συνεχίσω για μια βολτίτσα μέχρι τα Γιάννενα και ας έπαιρνα το απογευματινό καράβι για Κέρκυρα. Έζησα την μέρα που το ταξίδι ήταν ο προορισμός και πραγματικά ευχαρίστησα το 650αρακι μου για αυτό.
Το τελευταίο κομμάτι του ταξιδιού για Κέρκυρα είχε δυο ώρες πλοίο. Η θάλασσα είχε κυματισμό και δεν μπόρεσα να αντισταθώ στην παρόρμηση να κατέβω στο παρκινγκ του πλοίου στα μισά του ταξιδιού για να διπλοτσεκάρω ότι η μικρή μου είναι καλά, ότι είχα αφήσει σχέση μέσα στο κιβώτιο, ότι την είχα δέσει καλά κλπ…
Ζητώ εκ των προτέρων συγγνώμη για το μακροσκελές της περιγραφής. Αλλά ήθελα να μοιραστώ όλη αυτή την χαρά του πρώτου μου ταξιδιού με μηχανή με άτομα που ξέρω ότι θα με καταλάβουν. Ότι και να έγραφα θα ήταν λειψό μιας και ανεξάρτητα αν κάποιος είναι καλός ή όχι στον γραπτό λόγο, υπάρχουν συναισθήματα που δεν μπορούν να βρουν αντιστοιχία σε λέξεις και προτάσεις.
Χρόνια πολλά σε όλους. Να είμαστε καλά να ταξιδεύουμε.
Πρώτο ταξίδι έτυχε ναύλος για Αθήνα – Ηγουμενίτσα (470 χιλιόμετρα) με τελικό προορισμό την Κέρκυρα.
Είχαν προηγηθεί τρεις μονοήμερες εκδρομές των 400 και κάτι χιλιομέτρων με το G650GS, αλλά όπως και να το κάνουμε ήταν εκδρομές και όχι ταξίδια … (η διαφορά μπορεί και να υπάρχει μέσα στο μυαλό μου και μόνο)
Ήδη από το προηγούμενο βράδυ είχε λάβει χώρα μια ιεροτελεστία απλώνοντας τον εξοπλισμό μου στο τραπέζι του διαδρόμου. Μπουφάν, παντελόνι, γάντια, ισοθερμικά, αδιάβροχα, μπότες, κράνος, όλα μου τα καλούδια σε παράταξη λες και θα παρέλαυναν. Από κοντά η μπαγκαζιέρα και το tail bug μου γεμάτα με πράγματα επιμελώς ταχτοποιημένα μέσα τους.
Βάρβαρο ξύπνημα στις 04:30 προκειμένου να γλιτώσω όση κίνηση μπορούσα στην καρμανιόλα της «εθνικής» Αθηνών – Πατρών, και την βροχή που σύμφωνα με όλα τα διαδικτυακά δελτία καιρού θα με έπιανε μετά την Πρέβεζα κοντά στο μεσημεράκι (έπεσαν ΟΛΑ έξω!!!). Ένας καφές στα γρήγορα, αρμάτωμα της μικρούλας και της αφεντιάς μου και κατά τις 5:20…Πάμεεεεεεεεεεεεε!
Τα πρώτα χιλιόμετρα μέχρι την Κόρινθο, ειδικά μετά τον Ασπρόπυργο, σχεδόν μοναχικά και γι αυτό απολαυστικά. Δρόμο έπαιρνα δρόμο άφηνα και κάπου πριν την γέφυρα του Ρίο έπιασε να σπάει η νύχτα και το λυκαυγές προσέφερε εικόνες που δύσκολα περιγράφονται. Χαλαρή οδήγηση κοντά στα 100km/hr, στο πλάι η Θάλασσα και από πάνω ένας πανέμορφος συννεφιασμένος ουρανός.
Όλα είχαν ξεκινήσει και εξελίσσονταν ιδανικά. Δεν κρύωνα, δεν βρεχόμουν, δεν έσκαγα από την ζέστη, δεν είχα συναντήσει κίνηση και ανεγκέφαλους, και για άλλη μια φορά θαύμαζα την ευκολία με την οποία κατάπινε τα χιλιόμετρα το 650αράκι μου.
Περνώντας της γέφυρα, εκεί κάπου στην κορυφή της μια ριπή αέρα με τράνταξε σε βαθμό ανησυχίας. Πιστέψτε με πως μου ήρθαν στο μυαλό κάποιες οδηγίες που είχα διαβάσει σχετικά με το θέμα των πλευρικών ανέμων στο GSforum.
Μετά την γέφυρα συνέχυσα προς Μεσολόγγι - Αγρίνιο παρέα με όμορφα τοπία και τις στροφούλες του επαρχιακού δικτύου. Είναι απίστευτο το γεγονός πως τοπία που έχεις ήδη δει αμέτρητες φορές αποκτούν μια άλλη διάσταση και ομορφιά όταν τα ξαναντικρίζεις οδηγώντας μοτοσυκλέτα.
Έφτασε και η ώρα της Ιονιας οδού. Αυτό το μικρό κομμάτι των 50 περίπου χιλιομέτρων είναι η εθνική που όλοι μας θέλουμε να έχουμε (μαζί με την Εγνατία βεβαίως βεβαίως) . Το ολοκαίνουργιο οδόστρωμα σαν μοκέτα σου εξυψώνει το αίσθημα ασφάλειας . Μπήκα στον πειρασμό να ανοίξω λιγάκι την μικρούλα μου και το κοντέρ έδηξε τα 158 km/hr. Κάπου εκεί είπα στον εαυτό μου «Άντε καλά την άνοιξες, κόψε τώρα γιατί δεν έχεις το adventure και ο προορισμός σου είναι η Ηγουμενίτσα, όχι ο Άγιος Πέτρος».
Λίγο μετά την έξοδο από την Ιονία οδό περνοντας το φοβερό πολυλίμνιο με κατεύθυνση προς Αμφιλοχία είπα να σταματήσω σε ένα παρκινγκ για ένα τσιγάρο και ξέπιασμα. Το πρώτο μου ήταν πιο απαραίτητο από το δεύτερο μια και το 650αράκι έχει αντί για σέλα μια άνετη πολυθρονίτσα. Οι κραδασμοί που αναπόφευκτα έχει ως μονοκύλινδρο εμένα προσωπικά δεν με κούρασαν σε μεγάλο βαθμό. Στα μισά του τσιγάρου σταμάτησε δίπλα μου ένα αυτοκίνητο όπου από μέσα βγήκαν 2 άντρες και μια γυναίκα γύρω στα 50 και οι τρεις τους. Αφού βάλθηκαν να τσακίζουν κάτι φαγώσιμο με πλησιάζει ο ένας κοιτώντας μια εμένα και μια την μηχανή λέγοντας «Ελεύθερος έτσι;»
Για να είμαι ειλικρινής δεν στροφάρισα αμέσως και από το μυαλό μου πέρασε η οικογενειακή μου κατάσταση και όχι αυτό που πραγματικά εννοούσε ο τύπος. Έπιασα το νόημα πριν τον ρωτήσω κάτι άκυρο.
«Ναι, είναι πραγματικά πολύ όμορφο ταξίδι και η αίσθηση της ελευθερίας το κάτι άλλο».
Κουβεντιάσαμε λίγο ακόμα τα «που πας, που πάω», με κέρασαν σπανακόπιτα και συνέχισα το ταξίδι με ένα χαμόγελο που δεν έλεγε να σβήσει. Στον δρόμο αναρωτιόμουν αν ποτέ μου είχε ξανατύχει κάτι τέτοιο όταν ταξίδευα με άλλα μέσα. Να με πλησιάσει δηλαδή κάποιος άγνωστος και να μου πιάσει κουβέντα χωρίς να υπάρχει κάποια αφορμή. ΠΟΤΕ.
Περνώντας την Αμφιλοχία έστριψα αριστερά με κατεύθυνση προς Βόνιτσα σε ένα από τα πιο ωραία κομμάτια της διαδρομής. Επαρχιακός δρόμος με ανήφοροκατηφόρες και αμέτρητες λαχταριστές στροφούλες (και κακοτοπιές). Ο καιρός συνέχιζε να είναι ο καλύτερος συνεπιβάτης μου. Σύννεφα πολλών αποχρώσεων του γκρίζου ομορφαίνανε τον ουρανό και τα τοπία μπροστά μου, αναβάλλοντας την βροχή για άλλη ώρα, για άλλους ταξιδιώτες.
Πέρασα την υποθαλάσσια του Ακτίου και βγήκα στην Εθνική Πρεβέζης Ηγουμενίτσας. «Τα τελευταία μου 90 χιλιομετράκια» σκέφτηκα, όχι με ανακούφιση αλλά με λύπη μιας και το ταξίδι σε λιγότερο από ώρα θα τελείωνε.
Κατάπινα τα τελευταία χιλιόμετρα απολαμβάνοντας βουνά και πεδιάδες στα δεξιά μου και μια ανταριασμένη θάλασσα από τα αριστερά. Κάποια στιγμή σταμάτησα σε μια όμορφη τοποθεσία με πεύκα μιας και η μικρή μου εζήταγε φωτογραφίες. Ξεκινώντας μου καρφώθηκε μια σκέψη, κάτι σαν παράπονο. Όλα καλά ως τα τώρα, είχα ένα όμορφο και άνετο ταξίδι αλλά κάτι έλειπε. Μια σημαντική λεπτομέρεια. Πλησίαζα να ολοκληρώσω τα 470 χιλιόμετρα της διαδρομής και δεν συνάντησα ούτε έναν μοτοσικλετιστή. Εντάξει, πολλά από τα χιλιόμετρα έγιναν σε εθνική με διαχωριστικό αλλά ο επαρχιακός δρόμος κάλυπτε το μεγαλύτερο κομμάτι του ταξιδιού. Εκτός αυτού με την ταχύτητα ταξιδιού που διατηρούσα ήμουν προσπεράσιμος. Έτσι όπως το σκεπτόμουν ένας μοτοσυκλετιστικός χαιρετισμός θα ήταν το κερασάκι στην τούρτα. Και όπως (ίσως και αφελώς) έχει πει ο Coelho, αν πραγματικά επιθυμείς κάτι θα συνωμοτήσει το σύμπαν για να πραγματοποιηθεί. Όπερ και εγένετο. Πλησιάζοντας προς το σημείο που στρίβει αριστερά για Πάργα είδα να έρχεται από το αντίθετο ρεύμα μια Africa φορτωμένη τα διπλάσια μπαγκάζια από την δική μου. Αναβόσβησε τα φώτα του αυτός, σήκωσα το χέρι μου εγώ και με αυτό το συνωμοτικό «καλή συνέχεια φίλε» έφτασα στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας.
Την διαδρομη που περιεγραψα την έχω κάνει αμέτρητες φορές με ΚΤΕΛ και με ΙΧ είτε ως οδηγός είτε ως συνοδηγός. Σχεδόν πάντα με κούραζε και ΠΑΝΤΑ ανυπομονούσα να φτάσω στο λιμάνι. Πάντα ο στόχος ήταν ο προορισμός και όχι το ταξίδι. Εκείνη την μέρα όλα άλλαξαν. Φτάνοντας στο λιμάνι το μόνο που ήθελα ήταν να είχα μπροστά μου άλλα 150 χιλιόμετρα να ταξιδέψω. Σχεδόν με δυσκολία κρατήθηκα να μην συνεχίσω για μια βολτίτσα μέχρι τα Γιάννενα και ας έπαιρνα το απογευματινό καράβι για Κέρκυρα. Έζησα την μέρα που το ταξίδι ήταν ο προορισμός και πραγματικά ευχαρίστησα το 650αρακι μου για αυτό.
Το τελευταίο κομμάτι του ταξιδιού για Κέρκυρα είχε δυο ώρες πλοίο. Η θάλασσα είχε κυματισμό και δεν μπόρεσα να αντισταθώ στην παρόρμηση να κατέβω στο παρκινγκ του πλοίου στα μισά του ταξιδιού για να διπλοτσεκάρω ότι η μικρή μου είναι καλά, ότι είχα αφήσει σχέση μέσα στο κιβώτιο, ότι την είχα δέσει καλά κλπ…
Ζητώ εκ των προτέρων συγγνώμη για το μακροσκελές της περιγραφής. Αλλά ήθελα να μοιραστώ όλη αυτή την χαρά του πρώτου μου ταξιδιού με μηχανή με άτομα που ξέρω ότι θα με καταλάβουν. Ότι και να έγραφα θα ήταν λειψό μιας και ανεξάρτητα αν κάποιος είναι καλός ή όχι στον γραπτό λόγο, υπάρχουν συναισθήματα που δεν μπορούν να βρουν αντιστοιχία σε λέξεις και προτάσεις.
Χρόνια πολλά σε όλους. Να είμαστε καλά να ταξιδεύουμε.